Ορό-σημα…

Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη από «σταθμούς» ιστορίας. Πώς αλλιώς να βγει η ζωή…

Είναι πραγματική δημοκρατία η κοινοβουλευτική μας δημοκρατία; Εφαρμόζονται, άραγε, τα άρθρα του Συντάγματος; Εκπροσωπούνται τα συμφέροντα των πολιτών από τους πολιτικούς; Πόσο ηθικά νόμιμο είναι να αλλάζει η εκάστοτε κυβερνητική ρώτα, εν μια νυκτί; Πόσο, μακάρια, «ανεύθυνοι» είναι οι πολίτες;

Οι ήρωες χαμογελούν σε κάθε εποχή… Είναι ένα χαμόγελο, μάλλον «εσωτερικό»… Δεν απευθύνεται συγκεκριμένα κάπου -συνήθως ούτε διαγράφεται. Είναι ένα χαμόγελο που προορίζεται στην ιδέα… το όνειρο… μα και την πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα, όπως οι ήρωες την οραματίστηκαν, πρώτα για τον εαυτό τους κι ύστερα για όλους τους άλλους.

Υπάρχουν και κάτι… αντιήρωες που επίσης χαμογελούν. Μόνο που τα χαμόγελά τους δεν καταγράφονται ιστορικά -εκτός κι αν τους «τσιμπήσει» το ραντάρ των αισθήσεων, της συγκυρίας ή της αναγκαιότητας της κάθε εποχής… Κι είναι αυτοί που… εξηγούν τότε, την εποχή… Τη θέτουν στη σωστή της διάσταση ή την… επανατοποθετούν…

Παραμένουν καλά κρυμμένοι, «σκονισμένοι» στον εξώστη της καθημερινότητας. Δεν περιμένουν τον προβολέα ή… τον υποβολέα. Δε φαντάστηκαν ποτέ ότι τους οφείλονται οι δάφνες. Επειδή δεν τις θέλουν. Δεν τις «χρειάστηκαν» ποτέ, για να πάρουν ανάσα ή μια θέση σε αυτόν τον κόσμο…

Δεν είναι περισσότερο ικανοί, δυνατοί ή θαρραλέοι από τους άλλους. Είναι αυτό, που είναι. Γι’ αυτό και το «πάγωμα» του ίσκιου τους, θα τους απωθούσε, εάν σκέφτονταν, ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί…

Γιατί, το ενσταντανέ, όσο και γοητευτικό κι αν είναι, «χάνει», σε φυσικότητα…

Όμως, οι αντιήρωες είναι αυτοί που «θρέφουν» τα Ορόσημα. Γιατί αυτοί κρατούν «το ίσο», όταν οι κραυγές σκεπάζουν τα νοήματα. Όταν πνίγουν την Αλήθεια…

Κι όπως εκείνοι, έτσι και τα Ορόσημα δεν ανήκουν πουθενά…

Όπως το Πολυτεχνείο δεν ανήκει στα κόμματα. Δεν περνάει μέσα από κομματικές ή ιδεολογικές φόρμες. Δεν έχει «πλαίσιο» ούτε… συμβόλαιο ιδιοκτησίας.

Δεν αποστρέφεται το σήμερα –όποιο κι αν είναι αυτό. Ούτε περιμένει -όπως κάθε «Σταθμός»- να οδηγηθεί. «Απλώνει τα χέρια» και οδηγεί. Αυτός είναι ο προορισμός του…

Πολλοί προσπαθούν να απαξιώσουν τη σημασία του Πολυτεχνείου με το επιχείρημα, ότι έχει ΗΔΗ ΑΠΑΞΙΩΘΕΙ επειδή κάποιοι εξαργύρωσαν εκείνη την μεγάλη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου… Πόσο πικρό και… οριζόντιο, με τη σημερινή ορολογία, είν’ αυτό. Πόσο άδικο…

Και είναι, συνήθως, αυτοί που «βρέθηκαν απ’ έξω». Που δεν τους δόθηκε το δικαίωμα να επιλέξουν την πλευρά. Που τους κλείσανε την πόρτα στη συλλογική ευθύνη…

Οι Έλληνες το κάνουμε αυτό. Χωρίζουμε τα… τσανάκια μας, κατά την… φορά που παίρνουνε: πού γέρνουν, πώς στέκονται, τι χρώμα βάφτηκαν, ποιο «σκοπό»… σφυράνε…

Και βολικό και… νοικοκυρεμένο. Καλές και οι ταμπέλες, αφού ολόκληρο το σύστημα πορεύθηκε μ’ αυτές. Και συνεχίζει να πορεύεται…

Όμως υπάρχουν και οι… αντιήρωες. Αυτοί που… καβάλησαν τα κάγκελα. Που δεν ήξεραν κανέναν εκεί μέσα και δε μίλησαν με κανέναν. Μόνον στάθηκαν  σκαρφαλωμένοι στην κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου και «φωτίστηκαν» από τον προβολέα του τεθωρακισμένου, που τους παραμόνευε. Που είπαν «όχι αδέλφια, δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό» κι ύστερα έπεσαν μαζί με τα ντουβάρια, δίπλα στις ερπύστριες…

Που τραυματίστηκαν αλλά δεν πέθαναν. Που φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, κάποια στιγμή… βγήκαν. Αλλά δεν έτρεξαν για το «αντίτιμο»…

Αυτοί, που δεν επέστρεψαν σπίτι από την δουλειά. Πού βρήκαν την ευκαιρία, όταν η πόρτα και η ελπίδα ήταν ανοιχτές. Κι ας μην είχαν πρόσβαση στον ασύρματο και στις προκηρύξεις ή στο μικρόφωνο. Που ήταν εκεί, «για να πέσει η Χούντα». Που μετά το «ντου» έτρεξαν με όλη τη δύναμη της καρδιάς τους, που κρύφτηκαν στο υπόγειο μαγειρείο με τα λίγα σκαλάκια ή στην αγκαλιά ενός άγνωστου…

Αυτοί, που δεν ήθελαν να ζουν χωρίς την Ελευθερία, που τους έμαθαν…

Ήταν και κάποιοι άλλοι, μαθητές γυμνασίων και τεχνικών σχολών. Που δεν ήθελαν το «μέσα». Που η εποχή κόχλαζε -σαν τα αίματά τους. Που φοβόντουσαν πως αν σταματήσει ο εκκωφαντικός θόρυβος της νύχτας, θα ακούγονταν οι δικές τους κραυγές. Τα ουρλιαχτά τους…

Που μπήκαν δίχως σκέψη. Ακολουθώντας ένα κορίτσι με μακριά μαλλιά. Ακολουθώντας τη δική τους ιστορία…

Πώς μετριέται, άραγε, η παρουσία; Ο αγώνας; Η προσφορά;

Δεν είναι μία η απάντηση. Γιατί ο καθένας είναι μοναδικός και ΕΝΑΣ. Κι ήταν πολλοί τέτοιοι εκεί. Γι’ αυτό και «κράτησαν» στον χρόνο. Γιατί, τους «μέτρησε» η Ιστορία -έναν, έναν…

Είναι το «πηγαίο» που καθοδηγεί τους αντιήρωες; Ή μήπως η πηγαία παραδοχή ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει σ’ αυτήν τη ζωή χωρίς να δώσεις κάτι από την ζωή σου. Χωρίς να αναμετρηθείς με τις αντοχές σου, τον φόβο, την αγάπη, το… μοιρολόγι σου για τον ίδιο σου τον εαυτό…

Μα σαν τα προσπεράσεις αυτά, καμιά δικαιολογία δεν υπάρχει…

Αυτοί… προσπέρασαν τον εαυτό τους. Και «είδαν» την ζωή που τους αξίζει. Που αξίζει σε όλους μας.

Είναι οι αντιήρωες και «ταΐζουν» τα Ορόσημα της βιωτής μας…

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σύνταξη: Ελευθερία Μούκανου

Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου

Κοινωνικά
Πολιτιστικά
Τοπικά