Το κλίμα της Θράκης ήταν ευνοϊκό για την καλλιέργεια του μπασμά και η παραγωγή ήταν πλούσια. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, που προοριζόταν για τις ντόπιες αλλά και για τις ξένες αγορές, ήταν σε μορφή φύλλων. Μεγάλες ποσότητες συσκευασμένων καπνόφυλλων τοποθετούνταν μέσα σε δέματα, φορτώνονταν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Ξάνθης ή στο λιμάνι της Καβάλας και μεταφέρονταν σε διάφορους προορισμούς. Τα τεράστια κέρδη από αυτή τη διαδικασία συγκεντρώνονται στα χέρια των ξανθιωτών μεγαλεμπόρων. Ετσι, αναδεικνύεται μια νέα μεγαλοαστική τάξη που αποτελείται εκτός από τους καπνεμπόρους, από τραπεζίτες και ασφαλιστές.
Οι πλούσιοι καπνέμποροι, όπως ο Μιχάλης Ματσίνης, ο Παντελής Κουγιουμτζόγλου, ο Παναγιώτης Στάλιος, ως εξέχοντα μέλη της ορθόδοξης ελληνικής κοινότητας, ενδιαφέρονται για τον τόπο και την παιδεία των νέων, ιδρύουν αξιόλογα εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα και γίνονται ευεργέτες της κοινότητας. Ο πλούτος και η ευημερία τους αναδεικνύονται από τα αρχοντικά που σώζονται έως και σήμερα στην παλιά πόλη της Ξάνθης, χτισμένα με την εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι τα δίδυμα σπίτια των αδελφών Κουγιουμτζόγλου (όπου σήμερα στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης μας) και φυσικά το «Grand Maison», το οποίο έχτισε ο Εβραίος μεγάλος καπνέμπορος, τραπεζίτης και ασφαλιστής, Ισαάκ Ντανιέλ, και στο οποίο μεγάλωσε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Γύρω στο 1900, λοιπόν, στην πόλη μας υπήρχαν τέσσερα προξενεία, τρεις τράπεζες, δεκάδες ασφαλιστικά γραφεία, ξενοδοχεία, δεκάδες χάνια, πολιτιστικοί σύλλογοι, επαγγελματικά και φιλανθρωπικά σωματεία, κινηματογράφος, πάμπολλα καταστήματα, σχολεία και ιδρύματα.
«Το μικρό Παρίσι»
Η Ξάνθη λεγόταν τότε «μικρό Παρίσι». Δύο ήταν οι βασικοί πολιτιστικοί φορείς της πόλης: το θέατρο «Απόλλων» στο οποίο θρύλοι του θεάτρου, όπως ο Βεάκης και η Ταβουλάρη, αλλά, όπως λέγεται, ακόμα και η κορυφαία γαλλίδα τραγωδός Σάρα Μπερνάρ, είχαν δώσει παραστάσεις, και ο Μουσικογυμναστικός Σύλλογος «Ορφεύς» που ιδρύθηκε το 1900 με σκοπό τη διάδοση της μουσικής και του αθλητισμού στους νέους. Πολυάριθμες ήταν, επίσης, οι εκδηλώσεις που φιλοξενούνταν στις λέσχες οι οποίες είχαν δημιουργηθεί εκείνη την περίοδο.
Η μεγάλη αυτή ανάπτυξη ανακόπηκε το 1912 με την έναρξη των βαλκανικών πολέμων. Η οθωμανική κυριαρχία τελείωσε, όμως η πόλη γνώρισε μια σκληρή βουλγαρική κατοχή από την οποία απελευθερώθηκε στις 4 Οκτωβρίου του 1919. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την άφιξη των προσφύγων το εμπόριο του καπνού συνεχίστηκε, όμως υπό άλλους όρους. Το σίγουρο είναι ότι η Ξάνθη μας ακόμη αποπνέει την ατμόσφαιρα της αλλοτινής της αίγλης.
Αγγελος Μπολοβίνος, Ευτυχία Σουρουτζίδου
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου