Ο Κώστας Βάρναλης προσεγγίζει τον Σοφοκλή  και τα έργα του- Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη// Γράφει ο Θανάσης Μουσόπουλος

Του Θανάση Μουσόπουλου

  Ο Κώστας Βάρναλης είναι ένας σημαντικός θεωρητικός του εικοστού αιώνα. Ασχολήθηκε με την τέχνη, και ιδιαίτερα με τη λογοτεχνία, ελληνική και ξένη, γράφοντας δοκίμια και άρθρα σχετικά.

  Στο δίτομο έργο του «Αισθητικά - Κριτικά», εκδ. Κέδρος, 1958 περιέχονται πολλά κείμενα. Την τελευταία δεκαετία γνωρίζουμε έναν άγνωστο αισθητικό και κριτικό, μέσα από 3.500 αδημοσίευτα χρονογραφήματά του, που ο Ν. Σαραντάκος ταξινομεί και εκδίδει κατά θέματα.

  Στον τόμο «Φιλολογικά», του 2023, με 400 χρονογραφήματα, δημοσιευμένα σε αθηναϊκές εφημερίδες κατά την περίοδο 1939-1958, συναντούμε κείμενα για τη λογοτεχνία και την  αισθητική, το θέατρο αρχαίο και νεότερο.

  Το 1912 ο Κώστας Βάρναλης μεταφράζει το σημαντικότατο έργο του Σοφοκλή «Αίας» που εκδίδεται στις εκδόσεις Φέξη. Δεν θεωρώ τυχαία την επιλογή. Όπως σημειώνει ο Άλμπιν Λέσκυ, «Το παλαιότερον (σωζόμενο έργο του Σοφοκλή) είναι ο Αίας του οποίου ήδη η πρώτη σκηνή εγκλείει κατά τρόπον παραδειγματικόν ολόκληρον τον Σοφοκλέα […] Ούτως ο Αίας καθίσταται παράδειγμα του τραγικού αγνώστου, εις το οποίον είναι εκτεθειμένος κατά τον Σοφοκλέα πας άνθρωπος […] Εις τον άνθρωπον προσήκει σεβασμός προς το θείον και επίγνωσις των ορίων της ανθρωπίνης υπάρξεως».

  Η Λουτσία Μαρκεζέλι Λουκά στο βιβλίο «Συμβολή στην Εργογραφία του Κώστα Βάρναλη - Αισθητικά - Κριτικά 1911 - 1944», εκδ. Κέδρος, 1985, δίδει χρήσιμα στοιχεία για τα σχετικά  κείμενα του Βάρναλη.

  Το 1938 στην εφημερίδα «Πρωία» δημοσιεύει το κείμενο:

«Η Ηλέκτρα στο θέατρο Επιδαύρου (Το βασιλικόν θέατρο)». Η ερευνήτρια σημειώνει για το περιεχόμενο του άρθρου:

«Σχόλια στην παράσταση και στο έργο του Σοφοκλή: μεγάλη η σημασία του Χορού στην αρχαία τραγωδία, που ήταν κοινωνική λειτουργία. Αφού “ουδείς εκών κακός”, όλοι οι ήρωες έχουν δίκιο· κινούν τη συμπάθεια και το έλεος του θεατή».

  Η Λουτσία Μαρκεζέλι Λουκά παραπέμπει σε ένα κείμενο του Βάρναλη στην «Πρωία» μεταγενέστερο (1941) με τίτλο «Ουδείς εκών αμαρτάνει» και σημειώνει:

«Για τη γνώμη αυτή του Σωκράτη, που κι αν δε στέκεται από φιλοσοφική άποψη, στέκεται όμως από αισθητική, όπως αποδείχνει το αρχαίο δράμα».

  Το 1940, επίσης στην εφημερίδα «Πρωία», ο Βάρναλης δημοσιεύει ένα σημαντικό κείμενο «Η Αντιγόνη του Σοφοκλή» που τώρα αναδημοσιεύεται και στον Β΄ τόμο «Αισθητικά - Κριτικά» (σελ. 58 - 60).

   Λίγα αποσπάσματα από το άρθρο αυτό, που πρωτοδημοσιεύθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 1940.

«Πριν από 2.400 χρόνια ο μέγας τραγικός Σοφοκλής χάριζε στην ανθρωπότητα ένα από τα υψηλότερα πνευματικά της μνημεία, την «Αντιγόνη» […] Για μερικούς φιλολόγους η «Αντιγόνη» είναι το αρχαιότερο απ’ όλα τα σωζόμενα δράματα του Σοφοκλή. Αυτό δεν εμποδίζει να είναι κι ένα απ’ τα αριστοτεχνικότερα  έργα του. Από την “ηθοποιητική” άποψη, δηλαδή από την άποψη της διαγραφής των χαρακτήρων, θεωρείται το ανώτερο απ’ όλα τα έργα του, όπως από την άποψη της πλοκής του μύθου θεωρείται ανώτερο ο «Οιδίπους Τύραννος». Υπάρχουν όμως μερικοί σπουδαίοι φιλόσοφοι και συγγραφείς, που θεωρούν την «Αντιγόνη» για το αριστούργημα όχι μονάχα του Σοφοκλή παρά όλων των αιώνων» (Έγελος, Μπαρρές).

  Στη συνέχεια ο Βάρναλης αναφέρεται στον μύθο της Αντιγόνης, μιλά για τους ήρωες του έργου (Αντιγόνη, Κρέων και Αίμων), τονίζοντας ιδιαίτερα το τύπο της ηρωικής γυναίκας «που θυσιάζεται όχι γι’ ατομικά της συμφέροντα παρά για τα ευγενέστερα ανθρώπινα φίλτρα», καταλήγοντας: «Η Αντιγόνη πολεμά μ’ ένα σωρό εμπόδια και τα υπερνικά όλα: το ένστιχτο της αυτοσυντηρησίας, το δυναστικό της συμφέρο, την αντίδραση της αδελφής της, τον έρωτά της για τον Αίμωνα».

  Προβάλλει την ηρωίδα, λέγοντας ότι «μονάχα μια γυναίκα μπορεί να έχει τόσο βαθιά ριζωμένα μέσα στην καρδιά της τα πιο θεμελιώδη και τα πιο ευγενικά φίλτρα της ανθρώπινης φύσης, όπως είναι το μητρικό και το αδελφικό φίλτρο». Και καταλήγει: «Ο θάνατος της Αντιγόνης είναι μια ηρωική αντίσταση εναντίον της βίας των Νόμων».

  Στον τόμο «Φιλολογικά», 18 Ιουνίου 1942, δημοσιεύεται το χρονογράφημα «Σάτυροι ιχνευταί» (σελ. 140-1).

  Πριν δώσουμε τον λόγο στον Βάρναλη, λίγα λόγια για το σατυρικό δράμα, που σκοπός του είναι να προκαλέσει το γέλιο, μετά την τριλογία – την παράσταση τριών τραγωδιών.   Έτσι το σατυρικό δράμα παίζεται για να διασκεδάσει και ψυχαγωγήσει τους θεατές, παρουσιάζοντας ανάλογους αρχαιοελληνικούς μύθους, με τη συμμετοχή των Σατύρων και των Σειληνών.

    Οι Σάτυροι είναι πνεύματα των δασών και των βουνών, μόνιμη ακολουθία του Διονύσου. Οι Σειληνοί αρχικά πνεύματα του τρεχούμενου νερού, στη συνέχεια ακόλουθοι του Διονύσου, συνετοί με προφητική ικανότητα, φρυγικής και θρακικής καταγωγής.

  Δύο σατυρικά δράματα έφτασαν ως τις μέρες μας, οι Ιχνευταί του Σοφοκλή και ο Κύκλωψ του Ευριπίδη.

  Από τα 123 έργα του Σοφοκλή σώθηκαν ολόκληρα εφτά και το μισό κείμενο από το έργο «Ιχνευταί » που η υπόθεσή του βρίσκεται στον ομηρικό ύμνο για τον Ερμή. Ο Ερμής όταν ήταν ακόμη βρέφος έκλεψε τις αγελάδες του Απόλλωνα και τις έκρυψε σε ένα σπήλαιο. Από το κέλυφος μιας χελώνας κατασκεύασε το πρώτο μουσικό όργανο, τη λύρα. Ο Απόλλωνας βρήκε τον κλέφτη με τη βοήθεια του Σιληνού και των Σατύρων που αποτελούν το χορό. Το πνεύμα της Θράκης και του Διονύσου μέσω των συνοδών του Σατύρων είναι παρόν στο έργο.

  Για τους Ιχνευτές ο Βάρναλης σημειώνει ότι «θεωρούνται νεανικό έργο  του μεγάλου τραγικού. Έχει ωστόσο όλες τις αρετές του ώριμου δασκάλου της τέχνης: ισορροπημένη μορφή (έκφραση κι οργάνωση του υλικού), άριστη ηθοποιία (διαγραφή χαρακτήρων), φρεσκάδα, πνοή - και κάτι παραπάνω από τις τραγωδίες του: το κωμικό στοιχείο».

  Ο Βάρναλης αναφέρεται, εκτός από τις μεταφράσεις του Αλ.  Πάλλη  και του Δ. Σάρρου, και στη συμπλήρωση του έργου με στίχους του Πέτρου Μαρκάκη για το δεύτερο μισό του έργου που λείπει,  κατά τη δική του πρόταση. 

   Το 1942 δημοσιεύθηκαν τρία άρθρα του (που τώρα περιέχονται  στον δεύτερο τόμο στα «Αισθητικά - Κριτικά», σελ. 61 - 72) με γενικό τίτλο «Μια φιλολογική συζήτηση», όπου ο Βάρναλης προτείνει τη διόρθωση κάποιου στίχου από τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» του Σοφοκλή.  Αναπτύσσεται ένας φιλολογικός διάλογος με τον γυμνασιάρχη Ηρ. Ρούσα. Δεν θεωρώ απαραίτητο να παρουσιάσουμε αυτή τη φιλολογική συζήτηση.

  Αναφέρεται στον «περίφημο ύμνο της Αθήνας» στο πρώτο στάσιμο του «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Γράφει ο Βάρναλης: «Ο ύμνος αυτός είναι ένα από τα πολλά θαύματα του αρχαίου Λόγου». Προτείνει στον πρώτο στίχο αντί ευίππου (= που τρέφει ωραία άλογα) να βάλουμε ευοίνου (= που έχει καλά κρασιά), ενώ σε άλλο κείμενο προτείνει ευοίκου (=ευνομούμενης ή φιλόξενης).

  Θα παραθέσουμε τρεις στίχους από το πρώτο στάσιμο και στη συνέχεια τη μετάφραση αποσπασμάτων του στάσιμου αυτού από τον Ιωάννη Γρυπάρη:

ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ (668 - 719)

ΧΟ. Εὐίππου, ξένε, τουςᾶσδε χώ- / ρας ἵκου τουςὰ κράτιστα γᾶς ἔπαυλα, / τουςὸν ἀργῆτα Κολωνόν

ΧΟΡ. Στης περήφανης για τους᾽ άλογά τους χώρας / τους, ξένε, ερθεί στα πιο όμορφα τα μέρη / μες σ᾽ όλη τη γη, στον άσπρο Κολωνό τους, / όπου πιο απ᾽ αλλού συχνάζοντας τους᾽ αηδόνι
γλυκομύρεται σε ολόχλωρα ρουμάνια / μέσα στον πυκνό κισσό βαθιά κρυμμένο / και στο απάτητο του Θεού τους᾽ άγιο δάσος
το μυριόκαρπο, τους᾽ ανήλιαγο κι απ᾽ όλες / τους χειμωνικές απάνεμο τους μπόρες, / κι όπου ο βακχευτής Διόνυσος να μονιάζει / συνηθάει συχνά, περιτριγυρισμένος
από τους θεϊκές του τους βυζάστρες.
[…] Κι είν᾽ ακόμα εδώ τέτοιο, που εγώ / πουθεν᾽ αλλού παρόμοιο δέντρο / δεν ακούω να βλάστησε ποτέ
ουδέ τους χώρες τους Ασίας, ουδέ / στο μεγάλο του Πέλοπα δώριο νησί, / ανέγγιχτο αυτοφύτρωτο δεντρό / τρόμος και φόβος στα κοντάρια του εχθρού / που ανθίζει πιο παρ᾽ όπου αλλού / σ᾽ αυτή τη χώρα […] Ω γιε του Κρόνου, γιατί εσύ
την ύψωσες, Ποσειδώνα βασιλιά, / σ᾽ αυτή τη δόξα, όταν τον ιπποδαμαστή / το χαλινό εγκαινίαζες πρώτη φορά
σ᾽ τους εδώ τους δρόμους. / Κι ω θάμα! Πώς με τα γερά κουπιά / ζερβόδεξα σπρωγμένο το θαλάσσιο ξύλο
γοργά χιμάει εμπρός πάνω στα κύματα / ξακλούθου τους Νεράιδες παίρνοντας / με τα εκατό τους πόδια.

*

    Κλείνουμε την αναφορά μας στις απόψεις και πληροφορίες του Κώστα Βάρναλη για τον Σοφοκλή και το έργο του με μια γενικότερη ομολογία που προτάσσει στα τρία αυτά άρθρα της φιλολογικής συζήτησης:

  «Μ’ αρέσει να διαβάζω τα’ αρχαία κείμενα στο πρωτότυπο όχι από απλή φιλομάθεια, αλλά προπάντων για να χαίρομαι την ομορφιά τους».

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Επιμέλεια: Σοφία Δαληκριάδου 

Κοινωνικά
Πολιτιστικά
Τοπικά