Η επιστροφή των ελλειμάτων ξανά στο προσκήνιο της Ευρωζώνης ;

Μετά από κάποια χρόνια σχετικής «ηρεμίας» , η δημοσιονομική πολιτική επανέρχεται στο προσκήνιο της οικονομικής προσέγγισης της Ευρωζώνης. Όσο οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανακοινώνουν τα σχέδια προϋπολογισμού για το 2026, η προσοχή στρέφεται στα ελλείμματα, τη δυναμική του χρέους και τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών, δείκτες που δεν ήταν πρώτης προτεραιότητας μετά την πανδημία.

Το ΔΝΤ προβλέπει σταδιακή, αλλά σταθερή επιδείνωση των δημοσιονομικών προοπτικών της Ευρωζώνης. Το έλλειμμα του μπλοκ αναμένεται να διευρυνθεί από 3,2% του ΑΕΠ φέτος, σε 3,4% το 2026, 3,6% το 2027 και τελικά 3,7% το 2030. Παρότι μετά την πανδημία το όριο του 3% ξεπεράστηκε επανειλημμένως, οι προβλέψεις του ΔΝΤ επιβεβαιώνουν ότι, η δημοσιονομική ισορροπία παραμένει μακρινό σενάριο.

Ταυτόχρονα αναμένεται να αυξηθεί και το κρατικό χρέος, το οποίο είχε σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια. Προβλέπεται να αυξηθεί από 87,8% το 2025 σε 92,2% το 2030, με σημαντικές αποκλίσεις ανάμεσα στις χώρες. Μεγαλύτερη αύξηση αναμένεται στη Γαλλία (από 116,5% φέτος στο 129,4% το 2030) και το Βέλγιο (από 107,5% στο 122,6%).

Η Γερμανία, ανέκαθεν το πρότυπο της δημοσιονομικής συνέπειας, θα δει αύξηση κατά τουλάχιστον 9 ποσοστιαίων μονάδων από 64,4% στο 73,6%. Πιο σταθερή θα είναι η πορεία της Ιταλίας, με αύξηση από 136,8% το 2025 σε 137% το 2030, διατηρώντας πάντως ένα από τα υψηλότερα επίπεδα χρέους στο μπλοκ.

Απεναντίας, πτώση αναμένεται στην Ισπανία (από 100,4% στο 92,6%) και την Πορτογαλία (από 90,9% στο 77,4%) χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη και τη δημοσιονομική παγίωση. Σταθερή πτώση εμφανίζει και το ελληνικό χρέος, το οποίο αναμένεται να υποχωρήσει από 146,7% φέτος στο 130,2% το 2030.

Οι πιο δημοσιονομικά ανθεκτικές χώρες προβλέπεται να είναι η Ιρλανδία (με το χρέος από 33% φέτος στο 28,2% το 2030) και η Ολλανδία (από 44% στο 48,5%).

Οι αναλυτές της Goldman Sachs βλέπουν ότι, το 2026 θα γίνουν ήπιες, αλλά σαφείς μεταβολές στο δημοσιονομικό τοπίο του μπλοκ. «Αναμένουμε ότι η δημοσιονομική πολιτική θα έρθει στο προσκήνιο», αναφέρουν σε πρόσφατη έκθεση.

Στην «καρδιά» αυτής της δημοσιονομικής στροφής βρίσκεται η Γερμανία, με τη διοχέτευση ενός πακέτου-μαμούθ για την άμυνα και τις υποδομές. Σύμφωνα με την Goldman Sachs το γερμανικό έλλειμμα θα αυξηθεί από 2,9% το 3,7% του ΑΕΠ.

Επίσης, η στροφή αυτή προκύπτει και από τη συνεχιζόμενη δημοσιονομική πίεση στη Γαλλία. Με τον πολιτικό κατακερματισμό να αποτελεί βαρίδι για τα δημόσια ταμεία, η Goldman Sachs προβλέπει οριακή μόνο βελτίωση του ελλείμματος στο 5,3% από 5,4%.

To Kroll Bond Rating Agency (KBRA) υπολογίζει ότι τα δημοσιονομικά μονοπάτια των κρατών- μελών της Ευρωζώνης αποκλίνουν σημαντικά. «Στις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης, στη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ισπανία και την Ιταλία, εμφανίζονται πιέσεις, ενώ η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ελλάδα ξεχωρίζουν συγκριτικά λόγω υπεραπόδοσης», σημείωσε ο Ken Egan, υψηλόβαθμο στέλεχος της KBRA.

Στο μεταξύ, οι δομικές δημοσιονομικές πιέσεις -από το δημογραφικό μέχρι τα κόστη της κλιματικής μετάβασης και τις δαπάνες για την άμυνα- κλιμακώνονται.

Συγκεκριμένα, οι αμυντικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2035, και το KBRA εκτιμά ότι έως το 2030, η αύξηση αυτή θα μπορούσε να διευρύνει τα δημοσιονομικά ισοζύγια κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες, παρά τη στήριξη από μηχανισμούς, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης.

Στο μεταξύ, η περιφέρεια δείχνει σημάδια δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ελλάδα έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους και τα δημοσιονομικά ισοζύγια, αν και με πιο περιορισμένο αντίκτυπο στην αγορά των ομολόγων.

Οι κυβερνήσεις ξοδεύουν περισσότερα, αλλά οι αγορές δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ανεκτικές. «Στις αγορές ομολόγων, που πλέον κινούνται περισσότερο με τιμωρούς, οι επενδυτές επαναξιολογούν γρήγορα το στρες και δοκιμάζουν τη δημοσιονομική αξιοπιστία», σημειώνει το KBRA, αναφερόμενο στους traders, που πουλάνε ομόλογα ως «διαμαρτυρία» εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής.

Δεδομένου ότι, το 40-45% του χρέους στην Ευρωζώνη θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί εντός τριών ετών, το υψηλότερο κόστος δανεισμού θα μπορούσε να μεταφραστεί γρήγορα σε μεγαλύτερες δαπάνες για τόκους. Η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ενδέχεται να επιβαρύνει περαιτέρω τους εθνικούς προϋπολογισμούς, ενισχύοντας τις δημοσιονομικές πιέσεις.

Για μια μέση κυβέρνηση της Ευρωζώνης με χρέος κοντά στο 90% του ΑΕΠ, το KBRA εκτιμά ότι, μια αύξηση των αποδόσεων κατά 100 μονάδες βάσης θα αυξήσει τις ετήσιες δαπάνες για τόκους έως και 0,46% του ΑΕΠ εντός τριών ετών, προσθέτοντας περίπου 20 δισ. ευρώ στον ετήσιο προϋπολογισμό της Γερμανίας ή 10 δισ. στον προϋπολογισμό της Ιταλίας.

«Η προσοχή πρέπει να μετατοπιστεί από το να επενδύουμε περισσότερο στο να επενδύουμε καλύτερα: αυστηρότεροι έλεγχοι των δαπανών, πειθαρχημένες γραμμές χρηματοδότησης και κεφαλαιουχικές δαπάνες που αυξάνουν την καθαρή αξία» , δήλωσε ο Egan.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν, η ζώνη του ευρώ και οι χώρες, που συμμετέχουν, θα αποφασίσουν να επιστρέψουν τη δημοσιονομική πειθαρχεία μετά το τέλος του φθηνού χρήματος από το Ταμείο Ανάκαμψης;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πηγή:Moneyreview.gr

Κείμενο: Δημήτρης Τζελέπης

Επιμέλεια: Δέσποινα Κουγιουμτζόγλου

Οικονομικά