Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου
Η «Μέρα των Εργατών» γενικά, και ειδικότερα η Πρωτομαγιά έχει συνδεθεί πρωτίστως με τον αγώνα της εργατικής τάξης για πραγματική μείωση του χρόνου εργασίας, και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και τα άλλα αιτήματα που κατά καιρούς έβαζε και βάζει το εργατικό κίνημα αυτή τη μέρα δεν έχουν το δικό τους ειδικό βάρος στον ταξικό αγώνα που διεξάγει.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο χρόνος εργασίας στις βιομηχανίες του τότε ανεπτυγμένου κόσμου έφτανε τις 12 και 14 ώρες ημερησίως, ενώ κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων ανέβηκε κατά 4 έως 6 ώρες επιπλέον. Ετσι στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1790 άρχισαν οι πρώτοι εργατικοί αγώνες για την καθιέρωση της δεκάωρης εργασίας με πρόσθετη πληρωμή για τις υπερωρίες. Το αίτημα για οχτάωρη εργασία διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία το 1829. Στις ΗΠΑ, η πάλη για το οκτάωρο πήρε εκρηκτικές διαστάσεις μετά τον αμερικανικό εμφύλιο. Στην Πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 στις ΗΠΑ γύρω στο μισό εκατομμύριο εργάτες παράτησαν τη δουλειά τους και συνενώθηκαν στους δρόμους του αγώνα. Σημαντικές απεργίες και διαδηλώσεις έγιναν στις περισσότερες από τις μεγάλες, αλλά και στις μικρές πόλεις και κωμοπόλεις. Επίκεντρο όμως του αγώνα αναδείχτηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές να έχουν κατακλύσει την πόλη. Ηταν δε, τόσο μεγάλη και τόσο επιβλητική η κινητοποίησή τους που οι καπιταλιστές θεώρησαν πως έπρεπε να επιβληθούν δυναμικά. Αν και η εργατική τάξη πρόσθεσε στη λίστα της κι άλλους νεκρούς, τραυματίες και συλληφθέντες, η πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 δεν πήγε χαμένη. Είχε ως αποτέλεσμα 185.000 εργάτες να κερδίσουν το 8ωρο και τουλάχιστον 200.000 εργάτες να μειώσουν το χρόνο εργασία τους από τις 12 στις 10 και 9 ώρες. Σε πολλές, επίσης, περιοχές κερδήθηκε η ημιαργία του Σαββάτου, ενώ αρκετές βιομηχανίες σταμάτησαν την κυριακάτικη εργασία. Ηταν, επομένως, κάτι παραπάνω από φυσιολογική εξέλιξη, να ανακηρυχτεί η Πρωτομαγιά ως η Παγκόσμια Μέρα της εργατικής τάξης.
Στην Ελλάδα ο Μάης έχει τη δική του ιστορία. Στις 9 Μάη 1936 σχεδόν όλη η Θεσσαλονίκη απεργεί. Κλειστά και τα μαγαζιά, απεργούν και οι φοιτητές. Οι σιδηροδρομικοί, οι τροχιοδρομικοί επιστρατεύονται. Οι απεργοί αγνοούν ολότελα το διάταγμα της επιστράτευσης. Ολη η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στους δρόμους οργανωμένα. Διαδηλώνει. Η διαδήλωση γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη... Ταυτόχρονα η Θεσσαλονίκη στρατοκρατείται. Η κυβέρνηση Μεταξά προκειμένου να αντιμετωπίσει την πολυήμερη μαχητική απεργία των καπνεργατών, στους οποίους με απεργία συμπαραστέκονταν και άλλοι κλάδοι αλλά και οι μικρομαγαζάτορες, έχει αποφασίσει να χτυπήσει με το στρατό και τη χωροφυλακή. Ουσιαστικά οι κρατικές αρχές της Θεσσαλονίκης δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το μεγάλο απεργιακό ορμητικό ποτάμι και την αντίθεσή του εκφρασμένη με οργανωμένο ταξικό πανεργατικό αγώνα. Ο στρατός παρά τις διαταγές δεν χτυπά τους διαδηλωτές. Στη συγκεκριμένη στιγμή εκφράζεται συναδέλφωση λαού - στρατού. Και οι επικεφαλής αξιωματικοί των τμημάτων που διατάχτηκαν να χτυπήσουν αρνούνται να εκτελέσουν τη διαταγή. Χτυπά όμως στο ψαχνό η χωροφυλακή. Πρώτος νεκρός ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Την επομένη 10 Μάη ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει τη συγκλονιστική φωτογραφία του νεκρού Τάσου Τούση με τη μάνα πάνω από το γιο από την οποία ο κομμουνιστής ποιητής Γιάννης Ρίτσος, γεννημένος κι ο ίδιος πρωτομαγιά, θα εμπνευστεί και θα γράψει τον «Επιτάφιο». Η τεράστια εργατική διαδήλωση συνεχίζεται με ακόμη μεγαλύτερο ταξικό πείσμα. Η χωροφυλακή ξαναχτυπά με τα όπλα. Οι δρόμοι γεμίζουν αίμα. Κι άλλοι νεκροί. Παρ' όλα αυτά η κυριαρχία του λαού στη Θεσσαλονίκη με επικεφαλής την εργατική τάξη είναι γεγονός. Το απόγευμα της 9ης Μάη γίνεται νέο συλλαλητήριο. Η κυβέρνηση στέλνει νέες στρατιωτικές δυνάμεις από τη Λάρισα και τέσσερα αντιτορπιλικά, για να τσακίσει κυριολεκτικά το κίνημα. Δεν θα τα καταφέρει. Απ' αυτή τη μάχη οι εργάτες στο τέλος βγήκαν νικητές.
Δευτέρα της Πρωτομαγιάς ξημέρωνε και το 1944 όταν δέκα φορτηγά ξεκίνησαν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου κουβαλώντας μελλοθάνατους στην Καισαριανή. Οι δυνάμεις της γερμανικής-φασιστικής κατοχής, σε αντίποινα για την εξόντωση ενός Γερμανού στρατηγού και του επιτελείου του στους Μολάους, αποφάσισαν την εκτέλεση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστών. Απ' αυτούς, περίπου 170 ήταν πρώην κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και οι υπόλοιποι πρώην εξόριστοι στην Ανάφη, που η μεταξική δικτατορία τους είχε παραδώσει στους χιτλερικούς. Ο δρόμος προς το Σκοπευτήριο γέμισε ρούχα και σημειώματα των μελλοθάνατων, γέμισε λεβεντιά, περηφάνια. Ανάμεσά ρους κι ο θρυλικός Ναπολέων Σουκατζίδης, στέλεχος του ΚΚΕ, Ακροναυπλιώτης, πρώην πρόεδρος του εργατικουπαλληλικού κέντρου Ηρακλείου. Στην τελευταία πράξη της ζωής του επαναλαμβάνει ό,τι έκανε καθημερινά ως κρατούμενος. Φτάνει στην υπέρβαση. Του χαρίζεται η ζωή και εκείνος βάζει όρο: «Δέχομαι τη ζωή μόνο αν δεν μπει άλλος στη θέση μου», απαντά. Δεν το δέχτηκαν και κείνος επιλέγει ελεύθερα και συνειδητά το θάνατο. Στους Γερμανούς, εκεί στο Σκοπευτήριο, βροντοφωνάζει πως η Ελλάδα θα νικήσει και εκείνοι θα συντριβούν.
Σήμερα, ο σύλλογος γυναικών Ξάνθης (μέλος ΟΓΕ) καλεί τις γυναίκες των λαϊκών οικογενειών να συμμετέχουν στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση φωνάζοντας ενάντια στην εκμετάλλευση και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Ακούστε την Εκπομπή:
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου