Ένας δοκιμασμένος από θλίψεις άνθρωπος καθόταν σε μια άκρη του δρόμου της Ιεριχούς και ζητιάνευε. Ζητιάνευε όχι γιατί τεμπέλης όντας ο ίδιος και ήθελε να εκμεταλλευτεί τα αγαθά συναισθήματα των άλλων, αλλά γιατί ως τυφλός δεν μπορούσε να εργασθεί και να συντηρήσει τον εαυτό του. Ακούγοντας θόρυβο πολύ, κατάλαβε ότι περνούσε πολύς λαός από μπροστά του και έσπευσε να ρωτήσει τι συμβαίνει. Όταν του είπαν ότι διέρχεται ο Ιησούς ο Ναζωραίος, ο ονομαστός διδάσκαλος με τα πολλά θαύματα, άρχισε αμέσως να φωνάζει «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησέ με».
Όσοι προπορεύονταν του Χριστού τον μάλωναν και του φώναζαν να σωπάσει, θεωρώντας ότι αυτό επέβαλε η ευπρέπεια.
Φωνάζει ο τυφλός προς τον Χριστό και μάλιστα αποκαλώντας τον όχι «Ναζωραίο», όπως του τον είχαν συστήσει προηγουμένως αυτοί που τον πληροφορούσαν για τα όσα συνέβαιναν, αλλά εκδηλώνοντας έναν πηγαίο σεβασμό, «Υιό Δαυίδ» δηλαδή απόγονο της βασιλικής γενιάς, άξιο υπεροχικής τιμής και ανώτερο κάθε άλλου στον λαό!
Και εκεί που εκδηλώνεται αυτή η αγνή και γνήσια πίστη, σπεύδουν οι άνθρωποι να την καταπνίξουν. Με προσχήματα καθωσπρεπισμού και ευγένειας η φροντίζοντας δήθεν για τον διδάσκαλο, προσπαθούν ν’ αποτρέψουν τη συνάντηση Θεού και ανθρώπου! Αυτό δε, συμβαίνει πάντα με την πίστη. Όταν πάει να καλλιεργηθεί στην ψυχή, όταν πάει να εκδηλωθεί και να αναδειχθεί κυρίαρχη στη ζωή κάποιου, σπεύδουν οι άλλοι, να την μαράνουν, να την πολεμήσουν, να την ειρωνευθούν;
Ενοχλεί η πίστη! Ανατρέπει δολερά σχέδια και αποδεικνύει το μάταιο και προβληματικό του παρόντος κόσμου. Γι αὐτό και οι υπηρέτες του σκότους του αιώνος τούτου, μεθοδικά και κατευθυνόμενα την κτυπούν.
Κι ενώ ο τυφλός αντιπαλεύει μόνος του μ’ όλους τους άλλους, τι κάνει ο Χριστός μας; Συμπεριφέρεται σαν να μην υπάρχουν οι άλλοι, παρά μόνο ο τυφλός που προσέβλεπε προς Αυτόν! Δίνει εντολή, τον φέρνουν μπροστά του και τότε τον ρωτά «τι θέλεις να σου κάνω;», για να λάβει σταθερή και ρητή την απάντηση «Κύριε θέλω να αποκτήσω πάλι το φως μου, να ξαναδώ». Ο τυφλός πιστεύει ότι ο Χριστός είναι ικανός να τον θεραπεύσει και του το ζητά απερίφραστα. Αυτή την πίστη θέλει ο Χριστός να αναδείξει, γι’ αυτό και προκαλεί τον παραπάνω διάλογο.
Η πίστη σφυρηλατεί την ουσιαστική σχέση του Θεού και ανθρώπου γι’ αυτό και στην ολοκάθαρη την γνήσια και αγαπητική της μορφή σημασιοδοτεί την ενότητα Θεού και ανθρώπου, την σωτηρία, τον αγιασμό, την θέωση.