Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου
Το γεγονός που παρουσιάζεται στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα τοποθετείται ευθύς μετά την κάθοδο του Χριστού από το όρος Θαβώρ όπου μεταμορφώθηκε μπροστά στους τρεις προκρίτους μαθητές του. Μετά την δόξα της Μεταμορφώσεως συναντά ο Χριστός την ανθρώπινη δυστυχία σ’ όλη της την ανθρώπινη τραγικότητα. Ένας πονεμένος πατέρας παρακαλεί τον Ιησού να γιατρέψει το άρρωστο παιδί του, που οι μαθητές του προηγουμένως στάθηκαν αδύνατοι να το θεραπεύσουν.
Βρίσκει λοιπόν ο Κύριος μπροστά του από την μία μεριά την πονεμένη και πάσχουσα ανθρωπότητα, από την άλλη τους εκπροσώπους του που δεν μπορούν να την βοηθήσουν.
Και σαν να μη φθάνουν αυτά, βλέπει και τους γραμματείς, τους θεολόγους του Ιουδαϊσμού, να συζητούν με τους μαθητές και να προσπαθούν ίσως να κλονίσουν την πίστη τους στον Χριστό. Όλα αυτά θα κάνουν σε λίγο τον Χριστό να εκστομίσει την φράση «ω γενεά άπιστος, έως πότε προς υμάς έσομαι;».
Δεν μένει όμως σ’ αυτό το ξέσπασμα, δεν κατακρίνει κανένα, προσφέρει την θεραπεία στο άρρωστο παιδί που βρίσκεται μπροστά του και το οποίο «παιδιόθεν» υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες της τρομερής αρρώστειάς του. Πριν όμως κάνει το θαύμα, ρωτά τον πατέρα του νέου αν μπορεί να πιστέψει, γιατί τα πάντα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει.
Και ο δυστυχής πατέρας με δάκρυα στα μάτια αφήνει να εκδηλωθεί η πάλη που γίνεται μέσα του λέγοντας: «Πιστεύω, κύριε βοήθει μου τη απιστία». Ομολογεί την πίστη του στην δύναμη του Μεσσία με τον οποίο συνομιλεί, συγχρόνως όμως αναγνωρίζει και την απιστία που τον συνδέει με όλη την αμαρτωλή γενεά του.
Παλεύει μεταξύ πίστεως και απιστίας, μεταξύ της έντονης επιθυμίας του να παρουσιαστεί όσο γίνεται με περισσότερη πίστη και της ειλικρινούς διαπιστώσεως ότι η πίστη του αυτή είναι ελλιπής.
Ο Χριστός προσφέρει την θεραπεία. Δεν ήλθε για να καταδικάσει τους ανθρώπους, δεν ήλθε για να κατακρίνει, αλλά για να διακονήσει και να σώσει. Ο Σταυρός, με το προανάκρουσμα του οποίου τελειώνει η ευαγγελική διήγησή, είναι το σύμβολο της διακονίας και της προσφοράς ζωής στην ανθρωπότητα, είναι η απάντηση του Χριστού στους μαθητές που ρώτησαν γιατί δεν μπόρεσαν αυτοί να θεραπεύσουν το άρρωστο παιδί: το γένος τούτο εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία».
Μ’ αυτά τα δύο διοχετεύεται η δύναμη του Θεού στον πιστεύοντα άνθρωπο.
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου