Σύνταξη: Ελευθερία Μούκανου
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου
Κι έτσι όπως οι μέρες περνούν φορεμένες άτσαλα τον τελευταίο χρόνο, αυτό που δε χρειάζονται είναι χαρακιές. Βαθιά κοψίματα στο κέντρο και τα πλαϊνά. Σκισίματα, που βάφονται με αίμα, οργή και λάθος.
«Μην ενοχλείτε τους δεινόσαυρους». Αυτός θα έπρεπε να είναι ο τίτλος των ημερών, καθώς… το εξαφανισμένο είδος φαίνεται πως είναι το μόνο που αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει την τελευταία περίοδο που διανύουμε. Γεγονότα που προχωρούν παράλληλα με την πανδημία. Σαν… ειδικοί καταγραφείς της πορείας προς την «εξαφάνιση», η οποία, όμως παραδόξως, βρίσκεται σε μια συνεχή διαδικασία… λες και το ξανασκέφτεται: σαν αναποφάσιστη κυρία σε κομμωτήριο, ανάμεσα σε λιγοστές επιλογές χρωστικών και μάρκας οξυζενέ…
Γι’ αυτό, μην τους ενοχλείτε, γιατί κι αυτοί… δεν ενοχλούν…
Διαφορετικά, θα έπρεπε όλοι να έχουμε αφυπνιστεί, την ίδια ώρα, που η διαδικασία της μεταγωγής Κουφοντίνα ξεκινούσε την μακριά της πορεία. Με φόντο τα νομοθετήματα, για την εργασία και την παιδεία, τους κανόνες περί συνάθροισης, τον καθολικό εγκλεισμό μας υπό τις παραφωνίες ενός «ακορντεόν», που δε θα θέλαμε να συνοδεύει τα γιορτινά μας τραπέζια -εάν κάναμε- με τις τραγικές αποκαλύψεις για τον Λιγνάδη και τις ακόμα τραγικότερες λεπτομέρειες, αλλά και με την επικάλυψη όλων αυτών, από τις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις των εκπροσώπων του πολιτικού συστήματος.
Και η αστυνομική βία που πρωταγωνιστεί, σαν κερασάκι στην τούρτα, ίσως και να είχε αποσοβηθεί, αν είχαμε βάλει να χτυπήσει το ξυπνητήρι μας.
Γιατί, αν το καλοσκεφτούμε, από τα επεισόδια στις Πρέσπες το 2018, μέχρι αυτά της Νέας Σμύρνης το 21, ένα τσιγάρο… άκαυτο.
Γι’ αυτό, όταν βλέπετε 5000 ανθρώπους με καδρόνια και γκλοπς να χτυπιούνται σ’ ένα πάρκο -που εσείς το αναγνωρίζετε ως σημείο χαράς και αποφόρτισης- ένα είναι το σίγουρο: ότι οπισθοδρομούμε. Κι ότι ήρθε πάλι ο καιρός να ανατρέξουμε σε γνωστά «κεφάλαια». Και καθώς η πραγματικότητα αλλάζει, «επιστρέφει», οπισθοχωρεί αλλά όχι… από μόνη της, μια ενόχληση, δικαίως θα πρέπει να την αισθάνεστε. Τώρα, εάν μπορείτε να την εκφράσετε… άλλο.
Εκτός κι αν έχετε πάρει είδηση, την τηλεφωνική γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης της Ελληνικής Εταιρίας Αντιρευματικού Αγώνα ή τη Γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Ισότητας, που το τελευταίο διάστημα… κάνουν χρυσές δουλειές. Διότι η έντονη εκδήλωση καταθλιπτικού συναισθήματος και η αγχώδης διαταραχή, αλλά και η έκρηξη της ενδοοικογενειακής βίας, ταλανίζουν τον πληθυσμό, αυτόν τον τελευταίο χρόνο…
Όσο για τα παιδιά, αυτά, αφού στοχοποιήθηκαν στην αρχή της πανδημίας και συνεχίζουν να κατηγορούνται για ανευθυνότητα και πλήρη απουσία ενσυναίσθησης, ενώ έχουν λάβει και τον καθόλα άδικο, όσο και χοντροκομμένο τίτλο «γενιά του κορωναϊού» υφίστανται μια τεράστια ψυχολογική πίεση, που ήδη έχει αποτυπωθεί στις πρώτες λιγοστές ολοκληρωμένες μελέτες που βγαίνουν στο φως.
Σχεδόν ένα στα τρία παιδιά στις ηλικίες μεταξύ 7 και 17 ετών εμφανίζουν μικρές ή μεγάλες διαταραχές της ψυχικής τους υγείας, όπως καταδεικνύει η έρευνα Copsy. Επιβαρυντικοί παράγοντες θεωρούνται το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο καθώς και ο περιορισμένος, σε σχέση με το σχολείο, διαθέσιμος χώρος στο σπίτι.
Σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών διαπίστωσαν και οι ερευνητές στα πανεπιστήμια του Χίλντεσχαϊμ και της Φρανκφούρτης. Το 46% των περίπου 7.000 συμμετεχόντων νέων στην έρευνα, ηλικίας 15 έως 30 ετών, δηλώνουν ότι «συμφωνούν» ή «μάλλον συμφωνούν» με το ότι φοβούνται για το μέλλον τους…
Προς το παρόν, μαμάδες και μπαμπάδες στην Ελλάδα, ανησυχούν για τον τρομακτικό και διαδικτυακό… Γκούφι, που «ακούει» στο όνομα Τζόναθαν Γκαλίτο, διαθέτει αρκετούς λογαριασμούς στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και προσεγγίζει, μέσω ελληνικών chatrooms παιδιά ηλικίας 8 έως 12 ετών. Φορώντας τα ρούχα του γνωστού ήρωα της Ντίσνεϊ, προσπαθεί να τα παρασύρει σε επικίνδυνα παιχνίδια που οδηγούν ακόμα και στην αυτοκτονία. Σαν την «Μπλε Φάλαινα», δηλαδή…
Κι ενώ, η εικονική πραγματικότητα, φαίνεται πως… άσχημα κρατεί, σ’ αυτήν, που έχουμε μάθει να αποκαλούμε… «ζωντανή», τουλάχιστον μέχρι πρότινος, καθώς η βαριά μυρωδιά που μας περιβάλει μάλλον προδιαθέτει σε κάτι νεκρό και αποσυντιθέμενο, τα… γεγονότα μας καλούν να ακροβολιστούμε, ανάλογα με την ιδεολογία και την τάση μας… Με τους κανόνες που υποδεικνύονται και που θα πρέπει να ακολουθούνται απαρέγκλιτα…
Γιατί ο πόνος και ο θάνατος -κυρίως- έχουν χρώμα. Και ή θα αγωνιάς με τη μάνα του αστυνομικού ή με τη μάνα του μέλους του Ταξικού Μετώπου. Γιατί, πρέπει να αποφασίσεις και να δηλώσεις με… ποιανού τη ζωή είσαι;
Ποιων οι μέρες έχουν μεγαλύτερη αξία…
Όμως, σε αυτήν την σκληρή περίοδο που ζούμε εκτός από τα πρωτόγνωρα και τη «γνωστή επωδό», που ακολουθεί τη φυλή μας -επειδή κάποιοι αποφασίζουν πως τα πράγματα είναι δύσκολα και αδιέξοδα- ίσως και να ήρθε η ώρα να ειπωθεί:
ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν επιθυμούν περισσότερο ή λιγότερο, που δε χαίρονται με τον θάνατο του «αντιπάλου», που απαιτούν να μη χάνονται ούτε «εχθροί» ούτε «φίλοι»…
Είναι αυτοί, που η κοινή λογική δεν τους άφησε ακόμα. Που πονούν το ίδιο και για τα θύματα της Μαρφίν και για τον Γρηγορόπουλο και για τον Φύσσα και για τον Αξαρλιάν.
Που δε ζυγίζουν τον πόνο, ανάλογα με τον κομματικό προσανατολισμό ούτε την ανθρώπινη ζωή με πολιτικά προγράμματα και μανιφέστα.
Που νιώθουν θλίψη, επειδή ξαναμπαίνουν στο θεωρείο της αρένας για να παρακολουθήσουν έναν ακόμα τυφλό αγώνα ανάμεσα στις πλευρές του συστήματος.
Που φρικάρουν με τις «ευθύνες της Δεξιάς» και τις «εργαλειοθήκες της Αριστεράς» -και ίσως, επειδή συμμετέχουν, ψηφίζουν, επιλέγουν τη Δεξιά ή την Αριστερά.
Που απορούν, γιατί κάποιοι θυμώνουν καθώς δηλώνουν πως μπορούν να είναι με όλους.
Που, επίσης, απορούν ότι δεν είναι ευρέως διακριτό, πως ο αγώνας για να είναι αληθινός τους θέλει «όλους μαζί» και όχι όλους σε στρατόπεδα.
Που παραμένουν βουβοί, γιατί δεν ξεχνούν πως η Ζωή είναι δικαίωμα όλων και είναι σεβαστή για όλους -όποιοι κι αν είναι αυτοί.
Είναι αυτοί, που είναι πολλοί. Ίσως, οι περισσότεροι.
Σύνταξη: Ελευθερία Μούκανου
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου