Κείμενο: Ελευθερία Μούκανου
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου
Ενός λεπτού σιγή κι εν συνεχεία ένα εμβατήριο (αλλά με πολύ ταρατατζούμ) για την αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου, που πολύ πιθανόν να την έχουμε οσμιστεί εάν βεβαίως δεν έχουμε ξεχαστεί με την ασύμβατη καθημερινότητά μας, με την οποία, ελπίζω πως δεν έχουμε συμβιβαστεί…
Διότι από την περασμένη εβδομάδα οι δύο πρώην μεγάλοι αυτού του κόσμου, ξεκίνησαν το θέατρο των… αβροτήτων, με τον χορό να σέρνει ο Μπάιντεν που αποκάλεσε τον Πούτιν, «δολοφόνο», ίσως και στυγνό (δεν ξέρω) και τον τελευταίο να απαντά: «μην κρίνετε εξ ιδίων», αλλά και «καλήν υγεία να έχετε» και όχι τυχαία, βεβαίως.… Αφενός, γιατί κανείς δεν ξεχνά ότι ο χαρακτηρισμός, με τον οποίο φιλοδώρισε τον ρώσο πρόεδρο, ο αμερικανός, είναι συνυφασμένος με τη… «χρυσή εποποιία» των ΗΠΑ, αφετέρου, τα περί υγείας, πήγαιναν απευθείας και προσωπικά σε εκείνον που, λέγεται πως, η άνοια τον ακολουθεί σαν το τσιμπούρι τον σκύλο, μήνα Ιούλιο και χωρίς χάπι, όλο το προηγούμενο διάστημα…
Αλλά μια χαρά το σκέφτηκε ο πρόεδρος καθώς οι αμυντικές δαπάνες στην αμερική ήταν παγωμένες και να, τώρα, μ’ αυτά και μ’ εκείνα, πήραν μπρος οι μηχανές.
Όχι, γιατί και τα τσιμπούρια, το ενεργοποιούν το ζωντανό πριν το καταβάλουν…
Εν τω μεταξύ, λέγαμε, ε, δεν μπορεί: θ’ ακούσουμε δυο κουβέντες (έστω και μεταφρασμένες) από τον Μακρυγιάννη, τα ωραία του Καραϊσκάκη, τον βίο και τη μοίρα του Νικηταρά, τον ρόλο των μεγάλων δυνάμεων (καλά, για την Δόμνα και τον άντρα της τον Χατζηαντώνη Βιζβίζη, δεν περιμέναμε τίποτα εξ’ αρχής…), τον Θούριο, βρε παιδιά… ή έστω να γεμίσει το μάτι μας από το αγέρωχο προφίλ του Γέρου του Μοριά. Τίποτα.
Αντ’ αυτού, ύστερα από καλά εξακριβωμένες πηγές μαθαίνουμε ότι πήραν φωτιά τα πιστολάκια, τα ψαλίδια και τα πινέλα στα κομμωτήρια και τουλάχιστον ξεφύγαμε από έναν κίνδυνο: να δείχνουμε απολίτιστοι, αλλά κυρίως politically incorrect, που είναι και το ζητούμενο, γενικώς -για να εξηγηθεί (μερικώς) και η έστω περιγραφική ιστορική αλαλία.
Εντάξει, εξηγείται ποικιλοτρόπως, αλλά αφού δε θέλουμε να χαλάσουμε τις καρδιές μας, το οποίον για τους Έλληνες είναι και πολύ επικίνδυνο -σκεφτείτε πόσοι εμφύλιοι έγιναν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, μόνο- ας τ’ αφήσουμε με… το ξύγκι του το θέμα κι ας συνεχίσουμε… Για να δούμε πού θα πάει…
Αλλά, θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η Επανάσταση δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί κι αυτό φέτος, ίσως φαίνεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά, λόγω πανδημίας και των «ουρών» αυτής...
30 φορείς περιλαμβάνουν το Συντονιστικό Φορέων ’21 με σκοπό να τιμήσουν τα 200 χρόνια της Επανάστασης διεκδικώντας τα ανεκπλήρωτα: Εθνική Ανεξαρτησία-Λαϊκή Κυριαρχία…
Όμως, το γεγονός ότι στην Αλεξανδρούπολη και στην Κομοτηνή οι άνθρωποι ως μονάδες ανήμερα της μεγάλης επετείου, θα διαμαρτυρηθούν στο ΠΡΟΚΕΚΑ Φυλακίου πάνω στον Κυπρίνο, στην Ορεστιάδα γι’ αυτό που πήγε να μας συμβεί κι έχουμε ακόμα φόβο ότι θα μας συμβεί και θα αποτίσουν φόρο τιμής γι’ αυτό που μας συνέβη και που τελικά δε μας άξιζε -είτε συμφωνούμε είτε όχι με τις κινήσεις αυτές, αποδεικνύεται περίτρανα για το πού πάει το… «πού πάει». Και κρίμα μας, γιατί αυτά πληρώνονται και μάλιστα «ακριβά» -άλλο, αν εμείς κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε και καμωνόμαστε όταν έρχεται ο λογαριασμός, πως πρόκειται για… λάθος της Εφορίας.
Και μια και λέμε για Μπάιντεν και Εθνική Παλιγγενεσία (ασέβεια, το παραδέχομαι), καλό είναι να ειπωθεί, πως η Επανάσταση του 21 καμία σχέση δεν μπορεί να έχει ούτε με τους αμερικάνικους αγώνες τους οποίους, φαντάζομαι ότι ακόμα τους τιμούν οι Αμερικανοί ούτε με τη γαλλική επανάσταση (ομοίως, οι Γάλλοι)…
Κι όχι γιατί εμείς είμαστε καλύτεροι και νομίζουμε ότι τα κάνουμε όλα τέλεια -αφού ξέρουμε, από πρώτο χέρι, πως δεν τα κάνουμε- αλλά γιατί υπήρχαν κάποιοι που, απλώς, δε μας έμοιαζαν. Που μας τα έδειξαν αλλιώς, αλλά εμείς είτε είχαμε κάνει κοπάνα είτε ψιλοκοιμόμασταν κοιτώντας το παράθυρο την ώρα της παράδοσης. Ξέρω, ανέβασαν πολύ ψηλά τον πήχυ… Αλλά μη νομίζετε και τότε υπήρχαν… αλεπούδες να τα κάνουν κρεμαστάρια -ούτε και σ’ αυτό πρωτοτυπήσαμε… Κι ότι μάθαμε στο μακάριο (στα όρια της ύβρεως…) βόλεμά μας, αυτό δε σημαίνει ότι μπορούμε να τα ισοπεδώνουμε όλα, με τη δικαιολογία ότι πάθαμε… παγκοσμιοποίηση.
Καταλαβαίνω ότι κάποιοι θεωρούν πως «θα ήταν μια κάποια λύσις» να ζούμε όλοι «σ’ ένα σχέδιο», αλλά… παιδιά, μέχρι να πεθάνει και ο τελευταίος «Μοϊκανός» αυτής της γης -κι ας είναι κι από την… Αλάσκα- το συκαλάκι, μαραμένο θα μας βγαίνει όπως και το γλυκό σταφύλι… Γιατί ξεχνάμε ασβέστη και σταχτόνερο… Προφανώς επειδή δε μας το επιτρέπει η αισθητική… των άλλων που ντυθήκαμε κι ας δείχνει ακόμα αφύσικη και «ξένη» πάνω μας, παρά τις τιτάνιες προσπάθειες που καταβάλουμε (γιατί, για «τ’ ανάποδα», τη βρίσκουμε την άκρη)…
Αλλά, δε θα αλλάξουμε και την ιστορία, μόνο και μόνο επειδή ζορίζει η φόρμα της.
«Για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία». Διπλός ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου… Όχι ό,τι μας συμφέρει και όπως μας συμφέρει…
Γιατί, μπορώ να καταλάβω πως ένα Σημείο μπορεί και να μην εμπνέει πια… Κι έτσι, όπως το είδαμε στον τοίχο, πήραμε να το ξύνουμε με όλη μας τη δύναμη για να το εξαφανίσουμε. Ματώσαμε τα δάχτυλά μας γι’ αυτό το… «αγαθό έργο» και ματώσαμε κι ο ένας τον άλλον.
Όμως, μπορεί να είπαμε ότι τα καταφέραμε και το… εξαϋλώσαμε και πνίξαμε κι οράματα και ιδανικά και την ίδια μας τη «φύση», καθώς, όμως, θα γυρνάμε στον άδειο και σκισμένο τοίχο, ένα πράγμα πρέπει να σκεφτόμαστε: πως αποκόψαμε τις… φύτρες μας από μια ζωή μικρή, μα με μεγάλη προίκα:
«Εκεί οπούφκιαχνα τις θέσες εις τους Μύλους (Κοντά στο Ναύπλιο) ήρθε ο Ντερνυς (Derigny Anri Gautier, Γάλλος ναύαρχος) να με ιδή. Μου λέγει. ‘Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες. Τι πόλεμον θα κάνετε με τον Μπραϊμη αυτού;’ – Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κι’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός όπου μας προστατεύει. Και θα δείξωμεν την τύχη μας σ’ αυτές τις θέσεις τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραϊμη, παρηγοριόμαστε μ’ ένα τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».
Ναι, φερθήκαμε στις φύτρες μας σαν σε ζιζάνια. Τις «καίμε», αφήνοντάς τες χωρίς μια μέριμνα, χωρίς ελπίδα, χωρίς αύριο.
«Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί να τη φυλάμε κι όλοι μαζί, και να μη λέγει ούτε ο δυνατός “εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς “εγώ”; όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει “εγώ”. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λέμε “εμείς”. Είμαστε στο “εμείς” κι όχι στο “εγώ”».
Γιατί, τα στέλνεις στο σχολείο και σου επιστρέφουν με ένα κεφάλι άνοστες ιδέες και μπέρδεμα και λύπη. Και τα υποδέχεσαι με τον ίδιο τρόπο…
Και δε γυρνάς, μία στιγμή, «εντός» σου. Εκεί, που σε περιμένει -έτοιμος από πάντα- ο Στρατηγός. Να μιλήσει στο μυαλό και στο αίμα σου. Κι ας είναι ξένα και τα δυο. Να σου δείξει… να σου ανοίξει τον δρόμο…
Κι αυτός κι όλοι τους.
Κείμενο: Ελευθερία Μούκανου
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου