Επιμέλεια: Σοφία Δαληκριάδου
Ένα δυστυχισμένο παιδί στέκει αιχμάλωτο μιας σκληρής κυριαρχίας: της εξουσίας του διαβόλου. Ψυχικά κάι σωματικά το έχει τσακίσει. Όσοι βρίσκονται γύρω του και παρακολουθούν την τραγωδία, αποδεικνύονται ανίκανοι να το βοηθήσουν.Με την απιστία τους ορθώνονται εμπόδιο στη λύτρωσή του. Σ’ αυτόν τον δύσπιστο κόσμο ανήκουν όχι μόνο οι εχθροί του Χριστού, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, αλλ’ ακόμη και οι μαθητές του και οι αμέσως ενδιαφερόμενοι για το βασανισμένο παιδί όπως ο πατέρας του. Την δυσπιστία στην δύναμη του Χριστού έναντι του δαιμονικού κατεστημένου εκφράζει παραστατικά ο διάλογος με τον πατέρα του παιδιού.
«Πόσος καιρός είναι που του συνέβη αυτό;» ρωτάει τον Πατέρα του, ο Χριστός, καθώς το παιδί κυλιόταν κάτω και άφριζε, εξουθενωμένο από τον δαίμονα. «Από τα παιδικά του χρόνια», ήταν η απάντηση. «Πολλές φορές και στη φωτιά τον έστειλε και στα νερά, για να τον εξολοθρεύσει. Αλλά αν μπορείς να κάνεις κάτι, βοήθησέ μας, σπλαχνίσου μας».
Το πρώτο βήμα για την υπερνίκηση το υποδεικνύει ο Χριστός. Το δεύτερο το καθορίζει η συμπεριφορά του πατέρα. «Ο δε Ιησούς είπεν αυτώ το ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι». «Το θέμα δεν είναι αν εγώ μπορώ να θεραπεύσω το παιδί σου. Το πρόβλημα είναι αν εσύ μπορείς να πιστέψεις. Σ’ αυτή την κατεύθυνση αναζήτησε την λύση του δράματός σου, στην καρδιά σου.
Η καρδιά του πατέρα αναταράσεται, καθώς συναισθάνεται ότι ο ίδιος στέκει με την απιστία του εμπόδιο στη θεραπεία του παιδιού του και με μια ύστατη προσπάθεια απελευθερώνεται από τα δεσμά της δυσπιστίας και φωνάζει «Πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία» και η κραυγή του συνοδεύεται από δάκρυα.
Το ρεύμα της ευεργετικής δυνάμεως του Θεού, είναι μια πραγματικότης. Η γραμμή όμως για να φθάσει στη δική μας ζωή δεν είναι πάντοτε ανοικτή. Ο διακόπτης βρίσκεται στην καρδιά μας.
Επιμέλεια: Σοφία Δαληκριάδου