Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου
Πολλές φορές τις ωραίες και υψηλές διδασκαλίες ο Χριστός τις απηύθυνε σε απλούς ανθρώπους που δεν είχαν κανένα εξωτερικό χαρακτηριστικό αγιότητας η θρησκευτικής υπεροχής. Δεν απέφευγε μάλιστα να συνομιλεί και με γυναίκες, όπως η περίπτωση της σημερινής περικοπής, πράγμα το οποίο εντυπωσίασε τους μαθητές, διότι είναι μία πράξη που δεν θα την έκανε κανένας αξιοπρεπής δάσκαλος της εποχής, δεδομένου ότι δεν θεωρούνταν οι γυναίκες ισάξια προς τον άνδρα πρόσωπα και ικανά να ακούσουν μία διδασκαλία.
Εν τούτοις ο Χριστός, αποκαλύπτοντας και σαρκώνοντας στο πρόσωπό του την αγάπη του Θεού προς όλους τους ανθρώπους, βλέπει άνδρες και γυναίκες ως πλάσματα του Θεού, στα οποία θέλει να διδάξει ποιός είναι ο αληθινός Θεός και κυρίως τα οποία θέλει να λυτρώσει από την δουλεία της φθοράς και του θανάτου.
Η διήγηση του ευαγγελιστή Ιωάννη μας παρουσιάζει τον Κύριο, ο οποίος διέρχονταν με τους μαθητές από τη Σαμάρεια, να συζητά στη Συχάρ, στο φρέαρ του Πατριάρχου Ιακώβ, με μία Σαμαρείτιδα γυναίκα, η οποία, όπως φαίνεται από την συζήτηση, δεν υπήρξε πολύ ενάρετη και σεμνή στη ζωή της. Σ’ αυτήν την γυναίκα, ομιλεί περί του «ζώντος ύδατος» που δεν στερεύει ποτέ, περί της «εν πνεύματι και αληθεία» λατρείας του Θεού και περί της μεσσιανικής παρουσίας Του.
Πρόκειται για την πιο υψηλή διδασκαλία περί του Θεού και περί του τρόπου λατρείας Του, την οποία δεν συλλαμβάνει κανείς θεωρητικά αλλά ζώντας μέσα στην αλήθεια και στο πνεύμα του Θεού και οδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα που είναι το Πνεύμα της αληθείας. Πρόκειται για δώρο του Θεού που προσφέρεται δια του Χριστού στην ανθρωπότητα. Η αλήθεια δεν είναι κατάκτηση της νοητικής δυνάμεως του ανθρώπου, δεν είναι το βέβαιο συμπέρασμα μίας σειράς συλλογισμών.
Είναι αποκάλυψη Θεού, είναι το σαρκωμένο πρόσωπο του Λόγου που διακηρύττει ότι ο ίδιος είναι η Αλήθεια. Συνεπώς η αλήθεια δεν είναι μία ιδέα, αλλά ένα πρόσωπο, μία ζωή, που θυσιάζεται για να προσφέρει ζωή στους ανθρώπους.
Η διακήρυξη ότι «εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν τον Θεόν» πρέπει να μας αφυπνίζει πάντοτε και να μας υπενθυμίζει ότι ο τρόπος που λατρεύουμε τον Θεό δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση με την ψεύτικη ικανοποίηση της συνειδήσεώς μας, με την επιφανειακή τήρηση του γράμματος, με τον ποσοτικό υπολογισμό των πράξεών μας, με την ωφελιμιστική σκέψη της αμοιβής, αλλά σημαίνει συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, μιας Εκκλησίας βέβαια που αποτελεί ζωντανό σώμα Χριστού και όχι οργανισμό νεκρού γράμματος η σύνολο ξηρών τύπων.
Επιμέλεια: Τηλέμαχος Αρναούτογλου